Δευτέρα 6 Ιανουαρίου 2025

Εγώ και η Amiga

Ήταν το πρώτο διήμερο του Δεκέμβρη του 1985 αλλά και η τελευταία ημέρα του Νοέμβρη. Το τριήμερο αυτό (30/11-2/12), η τότε αντιπροσωπία της Commodore στην Ελλάδα, η Memox, διοργάνωσε σε μία αίθουσα του Hilton το 2ο Ελληνικό Commodore Computer Show. Ως computer freak της εποχής - κάτοχος Commodore 64 εκείνο τον καιρό - αλλά και Παγκρατιώτης, ήταν αυτονόητη η επιλογή της επίσκεψης της έκθεσης. Έτσι, το πρωί της πρώτης ημέρας (Σάββατο 30/11) συναντήθηκα με τον φίλο και συμμαθητή μου Γιώργο Κ. που ήταν επίσης κάτοχος Commodore 64, και κατηφορίσαμε προς το Hilton.

Η έκθεση ήταν μεγάλη, ή τουλάχιστον έτσι φάνηκε σε εμάς. Υπήρχαν, αναμενόμενα, πάρα πολλοί Commodore 64, που έτρεχαν από εκπαιδευτικά μέχρι και επαγγελματικά προγράμματα και, φυσικά, παιχνίδια. Υπήρχαν αρκετοί "επαγγελματικοί" υπολογιστές της σειράς PET, αλλά και ο (τότε) ολοκαίνουριος Commodore 128, ο οποίος έτρεχε software του... Commodore 64! Πού να φανταζόμασταν τότε ότι 40 χρόνια αργότερα πρακτικά, αν έψαχνε κάποιος προγράμματα για να τρέξει στο μηχάνημα, πάλι στην software library toy 64άρη θα απευθυνόταν...

Αφού ρίξαμε μια γρήγορη ματιά στα διάφορα εκθέματα, μας τράβηξε την προσοχή η δυνατή μουσική από ένα stand στο οποίο βρισκόταν ένας Commodore 64 με έγχρωμο monitor C1702 και disk drive C1541. Ο υπολογιστής έτρεχε ένα παιχνίδι που τότε το βλέπαμε για πρώτη φορά, το G.I. Joe. Η παραγωγή αυτή της τότε κραταιάς Epyx είχε κυκλοφορήσει απ' ότι μαθαίναμε πολύ πρόσφατα, και ήταν ένα εντυπωσιακότατο showcase των δυνατοτήτων του 64άρη. Απλωνόταν σε 2 πλευρές δισκέτας και ήταν ένα multipart παιχνίδι, χωρισμένο σε απλά subgames, στο οποίο ο παίκτης αναλάμβανε την πλευρά του G.I. Joe απέναντι στην απεχθή τρομοκρατική οργάνωση Cobra. Αν και δεν διεκδικούσε κάποιο βραβείο "ψαγμένου" gameplay, το G.I. Joe διέθετε στο παλμαρέ του όλα τα στοιχεία που χρειαζόταν για να εντυπωσιάσει: πολλά διαφορετικά locations, πανέμορφα γραφικά, υπέροχη μουσική (το SID "έσπερνε") και, φαινομενικά τουλάχιστον, μεγάλη ποικιλία στο gameplay. Καθώς ούτε εγώ αλλά ούτε και ο φίλος μου διαθέταμε disk drive, μείναμε για ώρα να παρακολουθούμε με δέος αλλά και καημό το ολοκαίνουριο παιχνίδι της Epyx, ελπίζοντας ότι κάποτε θα βρίσκαμε τον τρόπο να το απολαύσουμε και στους δικούς μας 64άρηδες.

Σε κάποια στιγμή τις σκέψεις μας διέκοψε ένας δυνατός, επαναλαμβανόμενος ήχος, που συνοδεύτηκε από κάποια επιφωνήματα έκπληξης. Προχωρήσαμε χωρίς δεύτερη σκέψη προς την πηγή του θορύβου, όπου και αντικρίσαμε μια μικρή ομάδα 3-4 ατόμων γύρω από ένα stand με κάποιον υπολογιστή. Χωθήκαμε κι εμείς ανάμεσά τους και διαπιστώσαμε ότι υπαίτιος για αυτό το επαναλαμβανόμενο ηχητικό εφέ ήταν ένας πολύ κομψός και ολοκαίνουριος υπολογιστής, τον οποίο βλέπαμε από κοντά για πρώτη φορά: ήταν η περίφημη Amiga 1000, την οποία γνωρίζαμε από τις φωτογραφίες που είχαμε δει στο Pixel αλλά και σε διάφορα άλλα περιοδικά του εξωτερικού, και έτρεχε ένα πρόγραμμα που έμελλε να συνδεθεί αλληλένδετα με την πλατφόρμα στο μέλλον, το Boing Ball demo. Προφανώς, ό,τι εκτυλισσόταν επί της οθόνης ήταν εντυπωσιακότερο από τους ήχους που ακούγονταν, αλλά ακόμα και αυτοί σε προδιέθεταν για ένα sound synthesizer με δυνατότητες τουλάχιστον εφάμιλλες του (τότε κορυφαίου) SID. Πλέον, 40 ολόκληρα χρόνια αργότερα, και έχοντας δει το Boing Ball demo σε οποιαδήποτε πιθανή ή απίθανη 8 ή 16bit πλατφόρμα, αδυνατώ να κατανοήσω τι ακριβώς μας φαινόταν τόσο εντυπωσιακό τότε. Ούτε τα άπειρα χρώματα έχει, ούτε τόσο ασύλληπτο animation, ωστόσο, εν έτει 1985, άφηνε... παγωτό όσους το έβλεπαν. Και εμάς, μεταξύ τους, φυσικά...

Κι όμως, αυτό δεν ήταν τίποτα μπροστά στο σοκ που πάθαμε παρακολουθώντας το 2ο - και τελευταίο, όπως αποδείχθηκε - πρόγραμμα που έτρεξαν οι άνθρωποι της Memox στην Amiga 1000. Επρόκειτο για ένα παιχνίδι αυτή τη φορά, και μάλιστα ένα παιχνίδι το οποίο ήταν μεγάλο hit μεταξύ των Commodoreάδων εκείνα τα χρόνια, το περίφημο One on One της Electronic Arts, στο οποίο ο Dr. J (Julius Erving) αναμετρούταν με τον ξανθομάλλη μυστακοφόρο εκ French Lick, Indiana, τον ένα και μοναδικό Larry Bird. Η έκδοση της Amiga ήταν πρακτικά η ίδια με αυτή του 64άρη, αλλά με μία οφθαλμοφανέστατη διαφορά: τα γραφικά. Εκεί όπου, πρακτικά, το παιχνίδι που άπαντες γνωρίζαμε μέχρι τότε ήταν σχεδόν ασπρόμαυρο, στην Amiga βλέπαμε έναν οργασμό χρωμάτων: ο Larry Bird ήταν όντως ξανθός και φορούσε λευκή-πράσινη στολή (Boston Celtics), ο Dr. J ήταν όντως μαύρος με κόκκινα-άσπρα ρούχα (Philadelphia 76ers) και το παρκέ δεν ήταν σκέτο μαύρο, αλλά ήταν... παρκέ! Ναι, αυτό που έχουν τα γήπεδα μπάσκετ, από ξύλο. Να υπενθυμίσω ότι το 1985 δεν ήταν και τόσο αυτονόητο ότι τα γραφικά των υπολογιστών μπορούσαν να απεικονίσουν αυτό που βλέπαμε με τα μάτια μας στον έξω κόσμο. Η Amiga έδειχνε να το πλησιάζει, κι αυτό ήταν πολύ μεγάλη υπόθεση. Πού να είχαμε δει δηλαδή και το Defender of the Crown, που κυκλοφόρησε την επόμενα χρονιά...

Παρά το γεγονός ότι... χαζέψαμε με όσα είδαμε στην πρώτη μας επαφή με την Amiga 1000. η αλήθεια είναι ότι ο υπολογιστής αυτός δεν απασχόλησε τα εφηβικά μυαλά μας για πολύ καιρό μετά: ήταν τόσο ακριβός που γνωρίζαμε ότι πρόκειται για κάτι που δεν προορίζεται για εμάς, οπότε γιατί να μας νοιάζει; Βασικά δεν φαινόταν να προορίζεται για κανέναν απολύτως, εδώ που τα λέμε. Ποιος θα έδινε κοντά στο ένα εκατομμύριο δραχμές για να παίζει παιχνίδια με καλύτερα γραφικά; Και πλούσιος να ήταν κάποιος το πιθανότερο θα ήταν να ξόδευε τα χρήματά του σε κάποιο άλλο... βίτσιο. Τι, χάθηκαν τα αυτοκίνητα, οι γυναίκες, ο τζόγος και τα ξενύχτια;

Από εκεί και πέρα, καθώς περνούσε ο καιρός, οι επαφές μου με την Amiga δεν αυξάνονταν όπως ίσως να πίστευε κάποιος, αλλά αντίθετα, ελαττώνονταν. Από τη μία η Α1000 δεν ήταν το μηχάνημα που θα συναντούσες στα computer shops της εποχής, αφού η πραμάτια των τελευταίων απευθυνόταν βασικά στον μέσο home user. Από την άλλη και εγώ ο ίδιος, όταν αποφάσισα το επόμενο έτος να καβαλήσω το τρένο των 16bits, επέλεξα τον πολύ πιο προσιτό και "τίμιο" Atari ST, και αυτόν βέβαια με την αμέριστη οικονομική συμπαράσταση των γονιών μου. Όταν λέω ότι οι υπολογιστές αυτοί ήταν πανάκριβοι εκείνα τα χρόνια, το εννοώ: μπορεί ο (φτηνός) Atari ST μαζί με μονόχρωμη οθόνη να κόστιζε 6-7 βασικούς μισθούς, ενώ την ίδιο καιρό η Amiga να χρειαζόταν 12 από δαύτους (και χωρίς οθόνη). Γενικώς, όποιος ήθελε να αποκτήσει ένα all around computer σε λογική τιμή τον καιρό εκείνο θεωρώ ότι δεν θα έπρεπε να κοιτάξει αλλού πέρα από τον Amstrad CPC 6128. Δεν είναι περίεργο ότι το μηχάνημα αυτό αγαπήθηκε τόσο πολύ - και πουλήθηκε αντίστοιχα - στη χώρα μας: στον λόγο αξίας προς τιμή ήταν με διαφορά το απόλυτο πακέτο...

Πίσω σε μένα όμως, και στη σχέση μου με την Amiga. Μέχρι και τη δύση σχεδόν του 1987, η όλη πλατφόρμα για εμένα ήταν οι στιγμές στην έκθεση της Memox, κάποια άρθρα στο Pixel και το special review του Defender of the Crown. Ούτε πολυακουγόταν η Amiga ούτε την πολυσυναντούσα, παρά το γεγονός ότι κάθε Σάββατο, παραδοσιακά, περνούσα όλο μου το πρωινό στην ελληνική Silicon Valley, ήτοι την οδό Στουρνάρη, τη Μπόταση, τη Σολωμού και τα τριγύρω στενά. Ώσπου, κάποια στιγμή, οι άνθρωποι της "μαμάς" Commodore πήραν την απόφαση που έσωσε την πλατφόρμα, αλλά και την ίδια την εταιρία, με την κατάργηση της Amiga 1000 και την κυκλοφορία των A2000 και A500. Ειδικά η έλευση της τελευταίας σήμαινε ότι η "διαστημική" αυτή τεχνολογία ήταν πλέον προσιτή. Όχι στον καθένα, αλλά τέλος πάντων σε όποιον ήταν διατεθειμένος να ξοδέψει κάποιο σοβαρό χρηματικό ποσό για την αγορά υπολογιστή χωρίς ταυτόχρονα να αλλάξει... οικονομική τάξη.

Η κυκλοφορία της Amiga 500 άλλαξε τα πάντα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα. Πλέον, ο υπολογιστής άρχισε να κοσμεί τις βιτρίνες των καταστημάτων, ενώ ταυτόχρονα τα software houses ξεκίνησαν να βγάζουν εκδόσεις των νέων παιχνιδιών και για την 500άρα (συνήθως τσαπατσούλικες μεταφορές από τις αντίστοιχες εκδόσεις του Atari ST). Σύντομα μάλιστα αρχίσαμε να βλέπουμε στα ενδότερα των computer shops Amigas με 2ο (και 3ο και 4ο, ενίοτε) floppy disk drive και το... killer app που ονομαζόταν X-Copy. Σιγά-σιγά, ενώ ξεκίνησε από την πλήρη ανυπαρξία, η Amiga άρχισε να μπαίνει - αν όχι στις ζωές μας - στο οπτικό μας πεδίο. Ταυτόχρονα βέβαια ο Atari ST είχε ξεφύγει από τα στενά όρια του "επαγγελματικού" με τη μονόχρωμη οθόνη υψηλής ανάλυσης, και εμφανιζόταν κι αυτός όλο και συχνότερα με τα εντυπωσιακά, πολύχρωμα παιχνίδια του. Η εποχή των 16bits ήταν πια εδώ!

Τον Σεπτέμβριο του 1989 ξεκίνησα την dream job όπως την είχα στο μυαλό μου εκείνη την εποχή, δηλαδή την εργασία ως υπάλληλος σε computer shop στη Στουρνάρη. Πλέον μπορούσα να χρησιμοποιώ όποιο μηχάνημα ήθελα, να αντιγράφω όποιο πρόγραμμα γούσταρα, να το παίζω έξυπνος και γκουρού στους πελάτες, να αγοράζω προϊόντα πληροφορικής σε τιμές χονδρικής και, το κυριότερο, να πληρώνομαι κι από πάνω για όλα αυτά. Για έναν 18χρονο κομπιουτερά ήταν η απόλυτη ουτοπία. Για εμένα, συν τοις άλλοις, ήταν και η ευκαιρία να γνωρίσω up close and personal την Αυτού Μεγαλειότητα, την Amiga 500.

Οι πρώτες μου εντυπώσεις ήταν ανάμεικτες και οι συγκρίσεις με τον Atari ST αναπόφευκτες. Η Amiga έδειχνε να υπερτερεί σαφέστατα στον ηχητικό τομέα, ενώ στα γραφικά σου δημιουργούσε την υποψία ότι ήταν πάνω-κάτω στα επίπεδα του ST, απλά, για κάποιο αδιευκρίνιστο λόγο, όλα σχεδόν τα προγράμματα είχαν γραφικά. Αντιπροσωπευτικότερο παράδειγμα από τις εφαρμογές αντιγραφής δισκετών, δεν υπάρχει: από τη μία το λιτό FaSTcopy και το - πιο Δωρικό πεθαίνεις - ProCopy, και από την άλλη το X-Copy. Γιατί να βάλεις χρώματα και γραφικά σε ένα πρόγραμμα αντιγραφής δισκετών; Και, από την άλλη, γιατί όχι;

Ένα άλλο γεγονός που με παραξένεψε ήταν η διαφορά στα ντεσιμπέλ των floppy disk drives. Σε αυτό του Atari γινόταν αισθητή η λειτουργία του - τουλάχιστον έτσι πίστευα, μέχρι που ήρθα αντιμέτωπος με το αντίστοιχο της 500άρας. Στην αρχή νόμιζα ότι το συγκεκριμένο είχε κάποιο πρόβλημα, αλλά στη συνέχεια κατέστη σαφές ότι όσο αθόρυβο είναι το floppy του ST, άλλο τόσο θορυβώδες είναι αυτό της Amiga. Μικρό το κακό πάντως, και σίγουρα μικρότερο από...

...την σταθερότητα. Ή, πιο σωστά, την έλλειψη αυτής. Στη διάρκεια της τριετίας που είχε μεσολαβήσει με τον Atari ST ως βασικό μου υπολογιστή θα ήμουν ψεύτης εάν υποστήριζα ότι δεν τις είχα δει τις... μπομπίτσες μου. Όχι με καμία ενοχλητική συχνότητα, αλλά σίγουρα δεν ήταν και κάτι το άγνωστο. Η Amiga όμως, ήταν το κάτι άλλο, με τα Guru Meditation να "σκάνε" με συχνότητα που θα την έλεγες και ανησυχητική. Το να πω ότι μέσα σε μία εβδομάδα χρήσης της Amiga το μηχάνημα κρέμασε τόσες φορές όσες ο ST μέσα σε 3 χρόνια ίσως να ακούγεται υπερβολικό, αλλά κάπου εκεί βρισκόταν η αναλογία. Τι να πω, ότι έφταιγαν οι αντιγραμμένες δισκέτες; Μπορεί, αλλά και στον Atari δεν θα έλεγε κανείς ότι δουλεύαμε με πρωτότυπο software, έτσι δεν είναι;

Αυτό όμως που μου προκάλεσε τις πλέον αντικρουόμενες εντυπώσεις, ήταν το Workbench. Έχοντας συνηθίσει την απλότητα και τη λειτουργικότητα του GEM, το GUI της Amiga μου έκανε απανωτά... σκωτσέζικα ντους. Να ξεκινάει και να φορτώνεται από command line. Να έχει παραμετροποιήσιμα χρώματα, μεγέθη χαρακτήρων, γραμματοσειρές και πολλά ακόμη, αλλά να μη σου δίνει τη δυνατότητα να αντιγράψεις ένα αρχείο καλά-καλά. Να βλέπεις ανά πάσα στιγμή την ελεύθερη μνήμη, αλλά να μη μπορείς να δεις τα αρχεία που δεν είχαν εικονίδιο! Να έχει multitasking χαρακτηριστικά, αλλά να μη μπορείς να βάλεις σε μία τάξη τα εικονίδια αφού δεν είχαν όλα το ίδιο μέγεθος. Να σου παρέχει πρόγραμμα που κάνει τον υπολογιστή να μιλάει, αλλά ταυτόχρονα να καθιστά απαγορευτική οποιαδήποτε σχεδόν εργασία που είχε να κάνει με αρχεία εάν δεν διέθετες 2ο floppy disk drive. Συνολικά, η αίσθηση που αποκόμισα τότε και η άποψη που μου δημιουργήθηκε και την ασπάζομαι ακόμα είναι ότι το Workbench 1.x είχε αρκετά "θεματάκια" και μάλιστα σε τομείς σημαντικούς, σε βαθμό που να μη μου έρχεται στο μυαλό άλλο λειτουργικό για υπολογιστή με floppy drive που να είναι συνολικά χειρότερο. Ακόμα και με τις πλέον user unfriendly εντολές της ιστορίας (Commodore BASIC v.2.0) τελικά την έκανες τη δουλίτσα σου. Στην Amiga; Αν δεν κατέφευγες σε ένα συνδυασμό CLI με αντιγραφή των βασικών εντολών σε RAM disk ή δεν είχες 2 floppy disk drives, ήσουν, απλά, καταδικασμένος. Φυσικά, μην κοροϊδευόμαστε, οι 9 στους 10 που ερχόντουσαν στο μαγαζί για να αγοράσουν Amiga δεν ενδιαφερόντουσαν για τέτοια πράγματα: απλά να τους γράψεις το Kick Off ζητούσαν, κι ας μην τους έδινες ποτέ τις δισκέτες του Workbench...

Καταλαβαίνετε λοιπόν από όλα τα παραπάνω ότι ναι μεν είχε στοιχεία η Amiga που συνέχιζαν να με εντυπωσιάζουν παρά το γεγονός ότι ήμουν κάτοχος ST που ήταν αντίστοιχου βεληνεκούς και δυνατοτήτων μηχάνημα, αλλά ακόμα δεν είχα δει κάτι που να με κάνει να πω "αυτό δεν το κάνει ο Atari". Κι όχι μόνο αυτό, κάπου εκεί, στις πρώτες μέρες του Οκτώβρη του '89, έφτασε και το Xenon 2!

Το space shoot 'em up των Bitmap Brothers, με υπότιτλο "The Megablast" από το ομώνυμο μουσικό θέμα των Bomb the Bass που έντυνε ηχητικά το παιχνίδι, κυκλοφόρησε στον Atari ST 2-3 εβδομάδες πριν κάνει την εμφάνισή της η έκδοση για Amiga. Ε, για τις μέρες αυτές, οι Atarάκηδες ήταν οι βασιλιάδες του κόσμου! Ποιο shoot 'em up της Amiga μέχρι τότε είχε καλύτερα γραφικά από το Xenon 2 του ST; Κανένα! Ποιο θύμιζε περισσότερο παιχνίδι από τα "ουφάδικα"; Και πάλι κανένα. Μήπως υπήρχε κάποιο με ανώτερο soundtrack από το (στην εισαγωγή) sampled Megablast; Nope! Δεν θα ισχυριστεί κάποιος ότι δεν μπορούσες να δεις εξαιρετικά γραφικά στην Amiga, να ακούσεις απίστευτο ήχο ή να παίξεις εντυπωσιακά παιχνίδια (μην ξεχνάτε ότι μιλάμε για το δεύτερο μισό του 1989). Αλλά και όλα μαζί αν τα έβαζες απέναντι στον ST να παίζει το Xenon 2, ε, κι ο RJ Mical να ήσουν δεν θα μπορούσες να πεις "Amiga, δαγκωτό". Όμως οι 2-3 αυτές εβδομάδες που σας έγραψα παραπάνω πέρασαν, και τελικά έφτασε και η έκδοση του παιχνιδιού για την Amiga. Damn!

Μη φανταστείτε τρελές διαφορές: απλά το Xenon 2 στην Amiga είχε πολύ καλύτερο ήχο. Είτε στο samplαρισμένο κομμάτι όπου πλέον μπορούσες να ακούσεις και... μπάσα, είτε στη συνέχεια που έκανε τη δουλειά αποκλειστικά το soundchip, η διαφορά ήταν πολύ μεγάλη υπέρ της Amiga. Και, δυστυχώς για εμάς τους ST users, τα άσχημα μόλις είχαν ξεκινήσει...

Την επόμενη εβδομάδα μετά το Xenon 2 ήρθε στα χέρια μας το Battle Squadron. Εκείνο τον καιρό μάλλον πέρασε στο ντούκου, καθώς περισσότερη πέραση έδειχνε να έχει ο πρόγονός του, το Hybris, με το υπέροχο soundtrack και τις αρκετές ιδιαιτερότητες στο gameplay. Παρόλα αυτά, για εμένα προσωπικά το "Battle Squadron effect" ήταν κάτι που δεν μπόρεσα να ξεπεράσω - όχι τότε, αλλά ακόμα και σήμερα, 36 χρόνια αργότερα. Άφηνα αρχικά το παιχνίδι να παίζει μόνο του, απλά για να το βλέπω. Τέτοια ομαλότητα με τόσα διαστημοπλοιάκια ταυτόχρονα στην οθόνη, μόνο στα arcades την είχα δει. Αλλά και τα γραφικά ήταν απίστευτα, και όχι μόνο: το soundtrack ήταν τόσο καλό, που μονάχα με αυτό του Hybris μπορούσε να συγκριθεί. Και σκεφτείτε ότι ακόμα δεν έχω αναφερθεί στο gameplay!

Τα χτυπήματα όμως για όσους αμφισβητούσαν την ανωτερότητα της Amiga στον gaming τομέα ήταν πλέον απανωτά. Πριν προλάβω να εξαφανίσω τις κόπιες του Battle Squadron από την κοινή θέα, παραλάβαμε μια νέα φουρνιά από imports. Το πρώτο που δοκίμασα ήταν ένα παιχνίδι της Reflections, που κυκλοφόρησε από την Psygnosis. Το όνομα αυτού: Shadow of the Beast. Πείτε για tech demo, πείτε για unplayable παιχνίδι, πείτε ό,τι θέλετε. Αν όμως πείτε ότι την πρώτη φορά που είδατε (και ακούσατε) το Shadow of the Beast δεν μείνατε με το στόμα ανοιχτό, τότε θα λέτε ψέματα. Κι αν ανήκεις στο αντίπαλο στρατόπεδο άντε τώρα να εξηγήσεις στον άλλο για ταχύτερο filesystem, για disk format συμβατό με των PCs, για εσωτερικές εντολές COPY, MOVE κλπ: "ρε, Shadow of the Beast, ρεεε!" θα σου απαντήσει και παίζει να έχει και δίκιο!

Αν όμως νομίζετε ότι στο σημείο εκείνο έγινα ρίψασπις και μετακινήθηκα στην πλευρά των Αμιγκάδων, απατάστε οικτρά! Το αντίθετο μάλιστα, γύρισα την πλάτη μου σιγά-σιγά στα video games (στα arcades, τουλάχιστον) και εισχώρησα στο μοναδικό στρατόπεδο της εποχής που ακόμα οριζόταν από τους κομπιουτεράδες και όχι τους gamers: enter PC & compatibles!

Δεν την μετάνιωσα την επιλογή μου, να σας πω την αλήθεια. Για κάποιον που είχε ξεκινήσει από τα 8μπιτα, τα PCs ήταν πολύ περισσότερο hobby computing από την Amiga και τον ST που ναι μεν μπορούσαν να κάνουν τα πάντα, αλλά σχεδόν όλοι τους αγόραζαν για τα παιχνίδια. Εννοείται βέβαια ότι αφενός η Amiga δεν έπαψε ποτέ να με εντυπωσιάζει και ότι, αφετέρου, θα έφτανε αργά ή γρήγορα και το πλήρωμα του χρόνου για να την αποκτήσω. Fast forward στον Απρίλιο του 1993, όταν και, λίγο πριν την ολοκλήρωση της στρατιωτικής μου θητείας, αγόρασα (με συναλλαγματικές, παρακαλώ) μία Amiga 500 Plus η οποία, προς μεγάλη μου έκπληξη, διέθετε πια μια έκδοση του Workbench (2.x) που απείχε παρασάγγας από εκείνο το GUI-ανέκδοτο που είχα πρωτοδεί το '89 και το οποίο χαντάκωνε την πλατφόρμα μέχρι και τις αρχές των 90s. Θυμάμαι ότι με είχε πραγματικά συγκλονίσει το γεγονός της διαπίστωσης του πόσο πλήρες και πόσο λειτουργικό ήταν το Workbench της Α500 Plus: την Amiga την είχα δει για πρώτη φορά 8 χρόνια πριν, αλλά έπρεπε να περάσει όλος αυτός ο καιρός για να φανεί και ο υπολογιστής πίσω από το προσωπείο της παιχνιδομηχανής. Πλέον, ακόμα και στα δικά μου, δύσπιστα μάτια, η Amiga συνδύαζε τα πάντα: καλά γραφικά, ασύλληπτο animation, out of this world ήχος, εξαιρετικό και πρωτοποριακό GUI, και όλα αυτά σε μία τιμή πλέον πραγματικά προσιτή σχεδόν στον καθένα. Ίσως όμως να άργησαν κάπως όλα αυτά, γιατί έναν ακριβώς χρόνο αργότερα η Commodore θα κατέβαζε οριστικά τα ρολά βάζοντας άδοξο τέλος όχι μονάχα στην Amiga, αλλά και στον 64άρη και σε ένα μεγάλο κομμάτι της ιστορίας του home computing. Ίσως πάλι να μη μπορούσε έτσι κι αλλιώς να γίνει τίποτα και όσο ολοκληρωμένη και προηγμένη κι αν ήταν η πλατφόρμα της Amiga να επικρατούσαν τα PCs, ως συνέχεια της παγκόσμιας κυριαρχίας τους στον τομέα του personal/business computing. Δεν θα το μάθουμε ποτέ...

Πέμπτη 5 Δεκεμβρίου 2024

Star Dust Wars: το wow effect επιστρέφει!

Θα ήταν ψέμα εάν κάποιος ισχυριζόταν ότι δεν έχει δει να γίνονται τεράστια βήματα στην indie Amiga gaming scene την τελευταία πενταετία. Εκεί που επί δέκα και βάλε χρόνια οι indie developers δημιουργούσαν αριστουργηματικά video games στις 8μπιτες πλατφόρμες - και βασικά στους δημοφιλέστερους Commodore 64, Amstrad CPC, Sinclair ZX Spectrum - από το 2018 πάνω-κάτω και μέχρι σήμερα η σκηνή της Amiga έχει ανθίσει με τρόπο εντυπωσιακό και αξιοθαύμαστο και οι αξιόλογες παραγωγές διαδέχονται η μία την άλλη. Και ενώ κυκλοφόρησαν πολλά παιχνίδια με θεάρεστο gameplay (Worthy, Roguectaft κ.ά) μέχρι τώρα είδαμε ελάχιστες ολοκληρωμένες παραγωγές που να προκαλούσαν κρέμασμα σαγονιού ανάλογο με αυτό που ζήσαμε π.χ. το '89 (Shadow of the Beast, Battle Squadron). Κι ενώ έχουμε στα σκαριά και περιμένουμε με ανοιχτές αγκάλες τα πολυαναμενόμενα Grind και Metro Siege (και πολύ καλά κάνουμε) από τίτλους που να έχουν κυκλοφορήσει και να... τερμάτισαν τον wow factor και κατά συνέπεια και το wow effect μου έρχονται στο μυαλό μονάχα τα Reshoot R και Reshoot 3 Proxima, αμφότερα από τα χεράκια του Richard Lowenstein. Και, εννοείται, τον ευχαριστούμε γι' αυτά.

Και ενώ λοιπόν έχουμε πάρα πολλές νέες κυκλοφορίες με σχεδόν το 50% αυτών να είναι coin-op conversions (με τα καλά και τα κακά αυτής της επιλογής), να που ξαφνικά, την τελευταία ημέρα του Νοέμβρη, έκανε την εμφάνισή του από το πουθενά το Star Dust Wars της Electric Black Sheep. Το οποίο Star Dust Wars, σε επίπεδο γραφικών τουλάχιστον, μας άφησε κυριολεκτικά με ανοιχτό το στόμα!

Εντάξει, η αλήθεια είναι ότι το παιχνίδι βασίζεται αποκλειστικά σχεδόν σε FMV (Full Motion Video) με ένα σκασμό prerendered γραφικών να φορτώνονται από τον σκληρό δίσκο - που η ύπαρξή του είναι απαραίτητη - ενώ παίζουμε. Παρόλα αυτά, και παρά το γεγονός ότι από τα 90s μάθαμε ότι το FMV είναι η βέλτιστη μέθοδος προσφοράς φτηνού εντυπωσιασμού, το Star Dust Wars είναι αδύνατο να αφήσει αδιάφορο τον οποιοδήποτε. Με ένα εντελώς απλοϊκό gameplay έτσι, για να λέμε ότι κάνουμε κι εμείς κάτι και δεν παρακολουθούμε απλά τα videos με τα υπέροχα prerendered γραφικά, το Star Dust Wars όχι απλά βάζει τον παίκτη στο σύμπαν του Star Wars, αλλά τελικά τον αφήνει και με την απορία "βρες μπας και η Amiga είναι η καταλληλότερη πλατφόρμα για παιχνίδια που εμπνέονται από το franchise;". Εντάξει, υπερβολές προφανώς, αλλά και πώς να περιγράψει κανείς το οργασμικού επιπέδου οπτικό υπερθέαμα που εκτυλίσσεται επί της οθόνης; Seeing is believing, τίποτα περισσότερο, τίποτα λιγότερο.

Για όσους προβληματίζονται για το πώς θα τρέξουν το παιχνίδι, τις ρυθμίσεις του εξομοιωτή ίσως κλπ, ο πλέον απλός τρόπος είναι να κατεβάσουν το Star Dust Wars από το επίσημο website του (ΟΧΙ την έκδοση cd32) και θα διαπιστώσουν ότι στο .ZIP αρχείο υπάρχει preconfigured έκδοση του εξομοιωτή WinFellow μαζί με τις απαραίτητες ROMs. Οπότε ναι, πώς να το θέσει κανείς πιο απλά, βρίσκεστε μερικά mouse clicks μακριά από το να δείτε κι εσείς με τα ματάκια σας το πλέον εντυπωσιακό σύγχρονο παιχνίδια για Amiga. Συγγνώμη, διορθώνω: το πιο εντυπωσιακό σύγχρονο ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΟ παιχνίδια για Amiga. Γιατί με το Grind να σιγοπλησιάζει προφανώς θα αλλάξουν τα δεδομένα...

Α, κλείνοντας θα πρέπει να σημειωθεί ότι το Star Dust Wars (ο κώδικάς του) είναι γραμμένο σε AMOS! Ναι, σε BASIC! Και κάτι ακόμα: ΔΕΝ χρειάζεται AGA. Ναι μεν μπορεί να θέλει έναν 68020 και ίσως και κάποια ποσότητα Fast RAM (και σίγουρα σκληρό δίσκο), αλλά δεν περιορίζεται ντε και καλά στο 5-10% των Amigas που διαθέτουν το τελευταίο chipset που βγήκε από τις γραμμές παραγωγής της Commodore. Μεγάλο συν αυτό, χωρίς αμφιβολία.

Τα λόγια είναι περιττά όμως, ειδικά όταν έχει κάποιος να κάνει με τέτοιο οπτικό υπερθέαμα όπως είναι το Star Dust Wars. Οπότε κατεβάστε και απολαύστε το παιχνίδι ή απλά πάρτε μια πρώτη ιδέα από το παρακάτω βιντεάκι του Saberman:

 

Δευτέρα 7 Οκτωβρίου 2024

Inside the Machine: άλα της η 500άρα!

Αρκετοί γνωστοί μου έχουν την εντύπωση ότι δεν συμπαθώ ιδιαίτερα την Amiga, γεγονός που δεν ισχύει σε καμία απολύτως περίπτωση. Οι φίλοι μου το γνωρίζουν. Άλλωστε, ποιος κάθεται να φτιάξει ολόκληρο blog για ένα μηχάνημα που δεν γουστάρει και να γράψει δεκάδες χιλιάδες λέξεις για δαύτο; Κανένας, προφανώς. Απλά, επειδή η όλη αντιμετώπισή μου απέναντι στη συγκεκριμένη πλατφόρμα δεν είναι μία συνεχής προσπάθεια αγιοποίησής της όπως συνηθίζεται από την πλειονότητα, κάποιοι πιστεύουν ότι είμαι εχθρός. Ότι ανήκω "στους άλλους", στους απέναντι. Κακώς. Ας μάθουν ότι μπορεί ενώ συμπαθείς κάτι ή κάποιον να στέκεσαι απέναντί του και να το/τον κρίνεις ακριβοδίκαια. Τόσο απλά. Άλλωστε πέρασαν πια τόσες δεκαετίες, δεν υπάρχει περίπτωση να κάνω κωλοτούμπα τώρα και να βγω να πω ότι αυτό το joke of an OS, το Workbench 1.x ήταν αξιόλογο. Ή, ότι η απόφαση να μην έχουν όλα τα εικονίδια το ίδιο μέγεθος ήταν σοφή: μια μαλακία και μισή ήταν, τι να κάνουμε τώρα; Γιατί, το ότι τα αρχεία που δεν είχαν δικό τους icon file δεν τα έβλεπες καθόλου σε εκείνες τις εκδόσεις του λειτουργικού πού το πάτε; Και πολλά ακόμα στραβά είχε η Amiga, κυρίως στα πρώτα χρόνια - δεν είναι τυχαίο το ότι προσπάθησαν να τα διορθώσουν όλα αυτά από το AmigaOS 2.x και μετά...

Anyway, τώρα λοιπόν που το ξεκαθαρίσαμε, που (προσπάθησα, τουλάχιστον) να κάνω το θέμα πενηνταράκια και να γίνει σαφές ότι γουστάρω την Amiga αλλά δεν κατέχομαι από τυφλό οπαδισμό - όπως και για καμία άλλη retro πλατφόρμα, άλλωστε -, ας έρθουμε στο προκείμενο. Το οποίο δεν είναι άλλο από ένα ολοκαίνουριο demo, το Inside the Machine από το group Desire. Το οποίο φυσικά - το demo, όχι το group - τρέχει σε Amiga. Τι ρωτήσατε; Σε ποια Amiga τρέχει; Χα, εδώ είναι το καλό. Αν κάποιος πάει στο 2:26 του demo στο video που ακολουθεί θεωρώ ότι θα κάνει τις ίδιες σκέψεις που έκανα και εγώ, ήτοι "α, καλά, 68060 με Fast RAM και σκληρό δίσκο". Ακόμα και αν δεν κάνει την παραπάνω σκέψη στο σημείο αυτό, θα την κάνει πέρα από κάθε αμφιβολία στο 2:38. Έχουμε δει εκατοντάδες - ή και περισσότερα - Amiga demos και ξέρουμε. Ξέρουμε όμως; Στ' αλήθεια;

Κι αν όντως ξέρουμε τότε πώς μπορούμε να εξηγήσουμε ότι το jaw dropping αποτέλεσμα του Inside the Machine επιτυγχάνεται από μία μόνο δισκέτα (!) σε μία ταπεινή OCS/ECS Amiga 500 με 1ΜΒ συνολικής μνήμης; Ε; Εδώ σας θέλω!

Νομίζω πως ό,τι κι αν σας γράψω από το σημείο αυτό και μετά απλά δεν έχει νόημα. Αυτό που έχει όντως νόημα είναι η παρακολούθηση του Inside the Machine με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο: σε βίντεο, σε πραγματική Amiga ή σε εξομοιωτή. Θυμάστε το περίφημο σλόγκαν "only Amiga makes it possible"; Ε, ναι, αυτή είναι μία από αυτές τις φορές. Είναι μία από τις στιγμές που βλέπεις - ή ακούς - κάτι και λες μέσα σου "ανυπόφοροι οι Αμιγκάδες, αλλά αυτή τη φορά ισχύει: μόνο στην Amiga είναι δυνατό κάτι τέτοιο". Γιατί, εντάξει, για να επιστρέψουμε και σε αυτά που έγραψα στην αρχή, το γεγονός ότι το GUI σου είναι ίσως το απόλυτο "ό,τι να 'ναι" αυτό δε σημαίνει ότι δεν μπορεί να είσαι ταυτόχρονα η κορυφαία πλατφόρμα για gaming και demos. Τουλάχιστον στα 16bits, γιατί στις... χαμηλότερες κατηγορίες υπήρχε και ο 64άρης, ο οποίος - τολμώ να πω - ότι είναι το απόλυτο μηχάνημα για demos. Πιο πάνω κι απ' την Amiga, όσο και αν αυτό ακούγεται... βλάσφημο.

Αφήνοντας στην άκρη τον Commodore 64 και επιστρέφοντας στο Inside the Machine, θα πρέπει να τονίσω ότι στο - κατά τα άλλα - κορυφαίο αυτό demo, δεν είναι όλα ρόδινα: η μουσική του, ως σύνθεση, είναι τραγική. Να, βλέπετε τη διαφορά αμέσως-αμέσως; Κάποιος άλλος θα έγραφε ότι και η μουσική του "τα σπάει". Αλλά εγώ δεν είμαι εδώ για να κάνω αγιογραφίες: προτιμάω να γράφω απλά τη γνώμη μου. Αρέσει δεν αρέσει.

Αυτό που σίγουρα θα αρέσει είναι το Inside the Machine πάντως. Καθίστε αναπαυτικά, κλείστε τον ήχο (ΟΚ, ίσως και να υπερβάλλω λίγο) και απολαύστε το. Τεσσερισήμισι λεπτά Αμιγκικής ονείρωξης είναι αρκετά; Τι λέτε;

 

Σάββατο 6 Ιουλίου 2024

Οχι άλλο AGA!

Πάνε πολλά χρόνια από τότε που ξεκίνησε το περίφημο debate σχετικά με το αν το AGA chipset ήταν αυτό που έπρεπε, αν θα ήταν ιδανικό να είχε εμφανιστεί πριν από το 1992 και αν θα έπρεπε έτσι κι αλλιώς να διαθέτει ανώτερα χαρακτηριστικά όποτε και αν κυκλοφορούσε. Χύθηκαν τόνοι ψηφιακό μελάνι στα fora (και αργότερα στα social media), γράφτηκαν σεντόνια επί σεντονιών, ακούστηκαν όλων των ειδών οι απόψεις. Από τις πλέον λογικές, στις κάπως ό,τι να 'ναι, μέχρι και τις εξόφθαλμα παράλογες. Και άκρη, εννοείται, δεν βρέθηκε. Και πώς θα μπορούσε, άραγε, αφού η Commodore έκλεισε πολύ πριν οι Amiga 1200, 4000 και cd32 - αυτές δηλαδή που διέθεταν το AGA chipset - ολοκληρώσουν την φυσική εμπορική τους πορεία. Οπότε είναι δύσκολο να κρίνουμε. Σαφώς και είναι βέβαιο ότι η Amiga 1200 δεν θα κατάφερνε ποτέ να φτάσει σε πωλήσεις την 500άρα ούτε να γίνει ποτέ τόσο επαναστατική από την άποψη των hardware δυνατοτήτων και χαρακτηριστικών όσο υπήρξε η προγονή της, αλλά οι εποχές είχαν αλλάξει, τα PCs είχαν καταλάβει μεγάλο μέρος της αγοράς των home computers, οπότε...

Σε ένα παλαιότερο κομμάτι που είχα γράψει σε αυτό εδώ το blog, με τίτλο "η ματαιότητα του AGA chipset" είχα ασχοληθεί ενδελεχώς με το πλέον αντικειμενικό στοιχείο που υπάρχει, τους αριθμούς. Ήτοι το πόσες Amigas πουλήθηκαν (υπάρχουν τα στοιχεία από τη Γερμανική αγορά) και τι ποσοστό αυτών αντιπροσωπεύουν τα μηχανήματα που "φορούσαν" AGA. Επειδή ακόμα και αν είχατε διαβάσει την ανάρτηση εκείνη είναι μάλλον απίθανο να θυμάστε τους ακριβείς αριθμούς, να σας πω ότι οι AGA Amigas αντιπροσωπεύουν το... εντυπωσιακό 7,49% επί του συνόλου των "Μεγάλων Κυριών" που πουλήθηκαν. Με απλά λόγια, σε κάθε 10 υπολογιστές της (τότε) δημοφιλούς πλατφόρμας, μονάχα ο ένας - και για την ακρίβεια ούτε καν ο ένας - ήταν εφοδιασμένος με το AGA chipset. 

Μέχρι τώρα δεν έχω αναφέρει απολύτως τίποτα καινούριο σε σχέση με αυτά που είχα γράψει στο άρθρο εκείνο του 2021 για το οποίο διαβάσατε στην προηγούμενη παράγραφο. Πραγματικά πλέον ελάχιστα με απασχολεί εάν το AGA ήταν τελικά αυτό που έπρεπε να είναι, καλύτερο ή χειρότερο. Ας θεωρήσουμε ότι ήταν μια χαρά για τον καιρό του, έτσι για χάρη της κουβέντας και για να μπορέσω να προχωρήσω με την συλλογιστική μου. Σκεφτόμουν λοιπόν που λέτε, κάτι εντελώς διαφορετικό σε σχέση με ό,τι πίστευα μέχρι σήμερα. Με αφορμή όποια σύγχρονη παραγωγή - σε παιχνίδια αναφέρομαι, όχι σε demos - κυκλοφορεί και απαιτεί την ύπαρξη AGA chipset, η θέση μου μέχρι πολύ πρόσφατα ήταν ότι επρόκειτο για μεγάλο λάθος, καθώς αυτόματα το game αυτό έχει ως στόχο κάτω από το 1/10 των μηχανημάτων που υπάρχουν εκεί έξω (αν θεωρήσουμε ότι έχουν καταστραφεί αναλογικά όσα δεν υπάρχουν πια). Δεν έχει αλλάξει κάτι, και σήμερα συνεχίζω να το θεωρώ βλακώδες το να φτιάχνονται παιχνίδια που να απαιτούν σώνει και καλά AGA chipset. Αλλά για άλλο λόγο πλέον! Βλέπετε, το επιχείρημα των AGA game developers είναι ότι χρειάζονται την έξτρα ταχύτητα (βασικά) και την έξτρα μνήμη που έχουν ως στάνταρ οι Amiga 1200, 4000 και cd32. Και ρωτάω εγώ: τότε γιατί δεν απευθύνεστε σε accelerated Amigas; Γιατί κάποιος που έχει μόνο μία 500άρα, διχίλιαρη ή ακόμα και Α3000 δεν μπορεί να τους προσθέσει AGA chipset, έτσι δεν είναι; Έναν 68030 όμως μπορεί να βάλει αν θέλει τόσο πολύ να τρέξει το νέο παιχνίδι που θα τον ζητάει. Βλέπετε πού το πάω, έτσι;


Αν ένα παιχνίδι κυκλοφορήσει για AGA Amigas στην καλύτερη περίπτωση απευθύνεται στο 7,5% των μηχανημάτων. Τελεία. Αυτή η αναλογία δεν πρόκειται να αλλάξει. Αν όμως φτιαχτεί για OCS/ECS υπολογιστές, έστω και απαιτώντας την ύπαρξη επιταχυντή, τότε ΚΑΙ θα απευθύνεται σε πολύ μεγαλύτερο target group (στο ποσοστό του 92,5% των Amigas που δεν διαθέτουν AGA αλλά ταυτόχρονα είναι εξοπλισμένες με κάποιον accelerator) ΚΑΙ θα διευκολύνει τους coders αφού θα μπορούν να εκμεταλλευτούν την αυξημένη ταχύτητα και μνήμη αυτών των υπολογιστών. Γιατί, σκεφτείτε, ότι ήδη αρκετές από αυτές τις Amigas που αποτελούν το (πλην AGA) 92,5%, κάποιες είναι Α3000 (οπότε είναι ήδη ταχύτερες από τον 68EC020 στα 14MHz) και κάποιες από τις υπόλοιπες Α500, Α600 και Α2000 έχουν επιταχυντές. Και όχι μονάχα αυτό, αλλά, αν ο χρήστης επιθυμεί μπορεί να αναβαθμίσει με επιταχυντή την Α500/600/2000 του. Αν αυτό που του λείπει είναι το AGA chipset τι θα κάνει; Θα δώσει (minimum) 700€ - και ΑΝ μπορέσει να την βρει - για μια stock 1200άρα; Την ίδια στιγμή που μπορείς με 200€ να πάρεις ολοκαίνουριο accelerator με 68030 και μνήμη για την 500άρα ή την 600άρα (αλλά και για την Α2000) που θα την κάνει κατά πολύ ταχύτερη από την Α1200;

Προφανώς, σε επίπεδο γραφικών το AGA chipset προσφέρει και άλλα πράγματα πέρα από την ταχύτητα: μεγαλύτερη παλέτα, περισσότερα χρώματα ταυτόχρονα στην οθόνη, διάφορες λειτουργίες που γίνονται ταχύτερα. Θεωρώ όμως - καθώς σε κάθε περίπτωση οι coders αναγκάζονται να κάνουν παραχωρήσεις και συμβιβασμούς - ότι θα ήταν πολύ πιο εύκολο για τους ίδιους να δουλεύουν (ακόμα και) σε OCS με 68030 στα 25MHz και 16ΜΒ Fast RAM παρά σε AGA με 68EC020 στα 14MHz με 2ΜΒ Chip RAM. Και εννοείται και εξυπακούεται ότι όλα τα παραπάνω έχουν νόημα μόνο σε περίπτωση που το παιχνίδι-στόχος είναι κάτι το ιδιαίτερα απαιτητικό (π.χ. OutRun). Για μεταφορά του Rygar, του Xevious και του Tetris θεωρώ ότι είναι απαράδεκτο να ζητάει κανείς οτιδήποτε περισσότερο από vanilla 500άρα...


Φυσικά όλα τα παραπάνω είναι απλά οι δικές μου σκέψεις πάνω στο θέμα. Κάποιος άλλος μπορεί κάλλιστα να πει "έχω 3 1200άρες και 5 τετραχίλιαρες, να τα φτιάξουν για AGA, στα παπάρια μου τι έχουν οι άλλοι". ΟΚ, δεκτή και αυτή η άποψη. Όχι ιδιαίτερη σεβαστή βέβαια, αλλά τι να κάνεις; Αν επέτρεπαν μόνο σε ανθρώπους με ήθος και σεβασμό στο κοινωνικό σύνολο να αγοράζουν Amigas τότε μάλλον στην Ελλάδα δεν θα είχαν πουληθεί πάνω από 10-20...

Δευτέρα 15 Απριλίου 2024

Amicamp 2024 photo album

Πάει κι αυτό λοιπόν! Amicamp ήταν και τέλειωσε. Ας βάλουμε τώρα πλώρη για το 2025 και ας σταυρώσουμε τα δάχτυλά μας να είμαστε πρώτα και πάνω απ' όλα όλοι καλά. Γιατί, ευτυχώς, τη διάθεση αποδείχτηκε τελικά ότι την είχαμε και φέτος και με το παραπάνω!


Το φετινό Amicamp χαρακτηρίστηκε από 2 μεγάλες διαφορές συγκριτικά με τα προηγούμενα. Η πρώτη ήταν η αλλαγή του χώρου, αφού φύγαμε για πρώτη φορά από το γνώριμο και αγαπημένο Found.ation και μεταφερθήκαμε στο - ακόμα πιο κεντρικό - Golden Age Hotel, σε ένα χώρο (αίθουσα Ερατώ) που τελικά αποδείχτηκε πολύ ζεστός, λειτουργικός και εύκολα προσβάσιμος. Θεωρώ πως βλέποντας τις φωτογραφίες θα συμφωνήσετε και εσείς πως με την φετινή διαρρύθμιση το Amicamp θύμισε περισσότερο - έστω και σε μικρογραφία - αντίστοιχα events του εξωτερικού. Η δεύτερη διαφορά που πραγματικά ανέβασε επίπεδο τη διοργάνωση ήταν οι παρουσιάσεις, που τόσο μας είχαν λείψει τα τελευταία χρόνια. Προσωπικά θεωρώ ότι έκαναν τη διαφορά και προσδοκώ σε μία μελλοντική διοργάνωση που θα έχουμε ακόμα περισσότερες, καθώς αποτελούν τροφή για σκέψη, προβληματισμό, συζήτηση και - γιατί όχι; - μάθηση. Θεωρώ ότι παρά το προχωρημένο της ηλικίας των περισσότερων διάθεση υπάρχει ακόμα. Ή, για να το θέσω πιο σωστά, διάθεση υπάρχει ακόμα από όσους παρευρέθηκαν στο Amicamp. Γιατί αυτοί που δεν έκαναν καν τον κόπο να αφήσουν τη βολή του καναπέ τους για 2-3 έστω ωρίτσες μέσα στο Σαββατοκύριακο για να επισκεφθούν μία διοργάνωση της οποίας οι ημερομηνίες ήταν γνωστές πάνω από μισό χρόνο τώρα, ε, είναι απλά ασυγχώρητοι. Και σίγουρα από άποψη διάθεσης δεν αποτελούν και παραδείγματα προς μίμηση, έτσι δεν είναι;



Σε πλήρη αντιδιαστολή με την οκνηρία αυτών που μόλις περιέγραψα, φέτος, πέρα από όσους ήρθαν από άλλες πόλεις της Ελλάδας, έδωσαν το παρών και fans από την υπόλοιπη Ευρώπη! Σε αυτούς ειδικά  βγάζω το καπέλο που δεν άφησαν κόπο, ταλαιπωρία και χρηματικό κόστος να τους κρατήσουν μακριά από ένα Αμιγκικό event το οποίο μπορεί μεν να μην μαζεύει πλήθη κόσμου αλλά σίγουρα στήνεται κάθε χρόνο με περίσσιο μεράκι. Και αυτό νομίζω ότι είναι που τελικά μετράει περισσότερο στο τέλος της μέρας...




Σε αυτή την ανάρτηση θα παραθέσω όλες τις φωτογραφίες που θα μαζέψω από το Amicamp 2024, δικές μου και άλλων, χωρίς κάποια σειρά ή λεζάντες. Απλά θα σας... φλομώσω με όσο υλικό έχω και, όταν βρίσκω και άλλο, θα το προσθέτω και αυτό.






Να ευχαριστήσω προσωπικά όλους τους φίλους που ήρθαν για να με δουν μετά από λίγο ή περισσότερο καιρό και να ζητήσω ειλικρινά συγγνώμη από όσους δεν μπόρεσα να τους αφιερώσω περισσότερο χρόνο. Επίσης να ευχαριστήσω ξεχωριστά τον Mike, με τον οποίο, αφού πέρυσι τερματίσαμε το Tiny Bobble, φέτος κάναμε το ίδιο με το Battle Squadron που προσωπικά δεν είχα ολοκληρώσει ξανά σε διπλό. Άντε, και του χρόνου!